Λάχης

Λάχης
(5ος αι. π.Χ.). Αθηναίος στρατηγός. Ήταν γιος του Μελανώπου και καταγόταν από τον δήμο Αιξωνής. Χαρακτηριζόταν ως ειρηνόφιλος και εχθρός των δημαγωγών. Το φθινόπωρο του 427 π.Χ. μετέβη στη Σικελία ως επικεφαλής μοίρας του αθηναϊκού στόλου για να βοηθήσει τους Λεοντίνους, που βρίσκονταν σε πόλεμο με τους Συρακουσίους. Το 424 διακρίθηκε ως απλός οπλίτης στη μάχη του Δηλίου και το 423 έπεισε τους Αθηναίους να δεχτούν τις προτάσεις των Λακεδαιμονίων για ανακωχή ενός έτους. Το 421 πρωτοστάτησε μαζί με τον Νικία στη σύναψη ειρήνης μεταξύ Αθηνών και Σπάρτης, υπογράφοντας τη σχετική συνθήκη. Το 418 στάλθηκε στην Πελοπόννησο ως επικεφαλής 1.300 Αθηναίων για να βοηθήσει τους Αργείους εναντίον των Σπαρτιατών και σκοτώθηκε στη μάχη της Μαντινείας. Ο Λ., ο στρατηγός Νικίας και ο Σωκράτης αποτελούν τα κύρια πρόσωπα ενός νεανικού διαλόγου του Πλάτωνα, με τον τίτλο Λάχης ή Περί ανδρείας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Λάχης — masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λαχῆς — λαχή fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λάχης — λάχη ashare fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λάχῃς — λάχη ashare fem dat pl (epic) λαγχάνω obtain by lot aor subj act 2nd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Лахес — (Λάχης), сын Меланопа афинский полководец. В 427 г. афиняне отправили его с Харсадом во главе флота из 20 кораблей, для подания помощи леонтинцам против Сиракуз. В 426 г. Харсад пал и главное начальство осталось в руках Л. Он предпринимал… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Λαχήτοιν — Λάχης masc gen/dat dual …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λαχήτων — Λάχης masc gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λάχησι — Λάχης masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λάχησιν — Λάχης masc dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Λάχητα — Λάχης masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”